της Βάσως Λυκουρίνου, αναδημοσίευση από Τα Νέα, Οκτώβριος 2009
Το τρένο σφυρίζει, από το μεγάφωνο γίνεται η αναγγελία της αναχώρησης και η αμαξοστοιχία, γεμάτη επιβάτες, ξεκινά για τον προορισμό της. Δεν πρόκειται για μια σκηνή που εκτυλίσσεται στον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, αλλά στον μικρόκοσμο του Δημήτρη Στεφανίδη.
Ο ίδιος, διακοσμητής στο επάγγελμα, κατάφερε να στριμώξει μια ολόκληρη πόλη μέσα σε μόλις επτά τετραγωνικά μέτρα κι αυτό με τη βοήθεια του μοντελισμού, που είναι το χόμπι του.
Ο Δημήτρης μετέτρεψε το δωμάτιό του σε μια μεγάλη μακέτα, στην οποία αποτύπωσε την αγάπη του για τα τρένα και το ταλέντο του στις κατασκευές. «Πριν από πέντε χρόνια περνούσα από ένα μαγαζί με είδη για μοντελιστές και αγόρασα για πρώτη φορά βαγόνια και ράγες. Έτσι άρχισα να στήνω αυτό που είχα στο μυαλό μου. Διάλεξα το τρένο επειδή έχει κίνηση, βγάζει μια ζωντάνια, σε ταξιδεύει. Κι εγώ κάνω συχνά ταξίδια με αυτό το μέσο».
60 μέτρα ράγες
Τη μακέτα του άρχισε να τη στήνει το 2004 και σε αυτό τον βοήθησε το επάγγελμά του. Καθημερινά προσθέτει όλο και περισσότερα πράγματα.
Τώρα, στο χώρο υπάρχουν 60 μέτρα σιδηροδρομικές ράγες, πάνω στις οποίες έχουν τοποθετηθεί 17 μηχανές, 30 επιβατικά και 100 εμπορικά βαγόνια, τα οποία έχει προμηθευτεί από τη Θεσσαλονίκη και από καταστήματα του εξωτερικού – κυρίως της Γερμανίας. «Εκτός από το τροχαίο υλικό, έχω τοποθετήσει πάνω βουνά με 200 δέντρα, δρόμους, τούνελ, κινούμενα και στατικά αυτοκίνητα – αλλά και ανθρώπους, γιατί ήθελα να μοιάζει με μια κανονική πόλη. Χρησιμοποίησα υλικά όπως γύψο, ξύλο, φελιζόλ και χαρτόνια», αναφέρει.
Ο εγκέφαλος του συστήματος βρίσκεται στον κεντρικό σταθμό, απ’ όπου με το πάτημα ενός κουμπιού ο Δημήτρης μπορεί να θέσει τα τρένα σε λειτουργία, να ανάψει τα φώτα ή να γυρίσει τα ψαλίδια. «Παίζω πολλές φορές το ρόλο του μηχανοδηγού και προσπαθώ να κάνω συνδυασμούς που δίνουν κίνηση στη μακέτα. Απ’ ότι έχω φτιάξει μέχρι σήμερα, περισσότερο με δυσκόλεψε το car system, καθώς προσπάθησα να κατασκευάσω έναν υπόγειο αυτοκινητόδρομο».
Έμφαση στη λεπτομέρεια
Αυτό που κάνει ακόμη πιο εντυπωσιακή τη δουλειά του Δημήτρη είναι η προσοχή στη λεπτομέρεια: από τα παγκάκια που έχει τοποθετήσει σε σημεία της μακέτας και τους ανθρώπους που περιμένουν στη στάση του λεωφορείου, μέχρι και τις στήλες φωτισμού και τους κάδους σκουπιδιών. «Για να κάνεις σωστή δουλειά πρέπει να επιμένεις και στην πιο μικρή λεπτομέρεια. Κατ’ αρχάς πρέπει να είσαι πάρα πολύ οργανωμένος, να έχεις όλα τα υλικά σου τακτοποιημένα και, φυσικά, να πιάνουν τα χέρια σου», σημειώνει.
Όπως μπορεί εύκολα να αντιληφθεί κανείς από την πρώτη στιγμή που βλέπει τη μακέτα του Δημήτρη, έχουν απαιτηθεί αμέτρητες ώρες δουλειάς για να φθάσει στο επίπεδο που είναι σήμερα. «Στην αρχή έκλεινα οκτάωρο εδώ μέσα. Με έτρωγε το ξενύχτι», λέει γελώντας. «Θυμάμαι, μια μέρα είχα αρχίσει να δουλεύω στις 7 το απόγευμα και όταν κάποια στιγμή κοίταξα το ρολόι είχε πάει 6 το πρωί». Μάλιστα, οι φίλοι, αστειευόμενοι του λένε πολλές φορές ότι η μακέτα «τον βλέπει» περισσότερο από αυτούς. «Τα παιδιά κάποιες φορές νευριάζουν, αλλά άλλες έρχονται εδώ και με βοηθάνε. Είναι χαρά μου να μπορέσω να μάθω και σε άλλους κάποια πράγματα». Ξεκαθαρίζει, ωστόσο, ότι «μέχρι στιγμής τη μακέτα αφήνω να αγγίζουν μόνο άνθρωποι που κατέχουν το αντικείμενο. Για να μην έχουμε κανένα ατύχημα…».
Ακριβό χόμπι
Όπως λέει ο Δημήτρης, η οργάνωση και η εργατικότητα δεν τα είναι τα μόνα προσόντα που απαιτούνται για να ασχοληθεί κάποιος με τον μοντελισμό. Σημαντική προϋπόθεση είναι να είναι αποφασισμένος να διαθέσει αρκετά χρήματα, καθώς πρόκειται για αρκετά ακριβό χόμπι. Η μηχανή ενός τρένου μπορεί να κοστίσει περισσότερο από 300 ευρώ, ενώ η μέση τιμή ενός βαγονιού αρχίζει από 30 ευρώ. Σε αυτά πρέπει να προσθέσει κανείς και τα υλικά που θα χρειαστούν για την κατασκευή της μακέτας. «Η τιμή μιας μακέτας κυμαίνεται από 1.000 μέχρι και 15.000 ευρώ. Εξαρτάται τι θέλεις να τοποθετήσεις πάνω της. Πάντως, τα καταστήματα με τέτοια είδη στην Ελλάδα έχουν καλύτερες τιμές σε σχέση με αυτά του εξωτερικού».
Όταν τον ρωτούν αν θα ήθελε να μετατρέψει το χόμπι του σε επάγγελμα, απαντάει κατηγορηματικά: «Τη δουλειά σου πολλές φορές τη βαριέσαι και δεν θα ήθελα ποτέ να μου συμβεί αυτό με τον μοντελισμό. Για αυτό το κρατάω ως χόμπι και συνεχίζω να το αγαπάω. Άλλωστε, στην Ελλάδα δεν υπάρχει πεδίο για να αναπτύξεις τέτοιου είδους δραστηριότητα σε επαγγελματικό επίπεδο».